Ο Καραγκιόζης

Ο Καραγκιόζης στην Ελλάδα

Ο Καραγκιόζης, δεν ήταν άγνωστος στην Ελλάδα πριν από την Απελευθέρωση. Μάλιστα λέγεται, ότι τον καιρό που ετοιμαζόταν η επανάσταση, το θέατρο αυτό χρησίμευε σαν τόπος συνάντησης των αρχηγών της που κατέστρωναν εκεί τα σχέδιά τους δίχως να τους υποψιαστούν οι Τούρκοι. Παιζόταν, βέβαια, στην ελληνική γλώσσα αλλά αποτελούσε θέαμα ακατάλληλο, χυδαίο ενώ τα βασικά του στοιχεία ήταν τούρκικα. Επρόκειτο, άλλωστε, για θέατρο που περιόδευε από περιοχή σε περιοχή, ξεκινώντας κυρίως από την Πόλη. Ανάμεσα στους καλλιτέχνες που περιόδευαν στον ελληνικό χώρο ήταν και ο Μπάρμπα-Γιάννης Μπράχαλης που, όπως αναφέραμε, θεωρείται και ο πρώτος που έφερε την τέχνη του Καραγκιόζη στην Ελλάδα, (μεταξύ 1850 και 1860).

Μετά την απελευθέρωση, ο Καραγκιόζης εγκαθίσταται μόνιμα στην Ελλάδα και από τις αρχές πλέον του 1900, μπορούμε να μιλάμε για καθαρά ελληνικό Καραγκιόζη. Αν και ο εξελληνισμός του ξεκίνησε από την Ήπειρο, κορυφαίος δημιουργός του ήταν ο Πατρινός ψάλτης Δημήτριος Σαρδούνης, γνωστός με το ψευδώνυμο Μίμαρος, ο οποίος μετέτρεψε το θέαμα σε ελληνικό οικογενειακό θέατρο, για αυτό και θεωρείται ο πρώτος «δάσκαλος» του Καραγκιόζη (1890). Το έργο του συνέχισαν οι τρεις βοηθοί και μαθητές του, Γιάννης Ρούλιας, Μέμος Χριστοδούλου και Θόδωρος Θεοδωρέλλος.

Το 1924, ιδρύεται στην Ελλάδα το Σωματείο Ελλήνων Καραγκιοζοπαικτών που αποτελείτο από 120 μέλη, μαθητές του Μίμαρου, του Ρούλια και του Μέμου. Ιδρυτές του Σωματείου ήταν οι γνωστοί παλιοί καλλιτέχνες του θεάτρου σκιών, Σωτήρης Σπαθάρης και Αντώνης Παπούλιας ή Μόλλας. Από τους πιο γνωστούς καραγκιοζοπαίκτες και μέλη του Σωματείου ήταν οι: Ανδρέας Αγιομαυρίτης, Γιάννης Μώρος, Μάρκος Ξανθάκης ή Ξάνθος, Κώστας Νταμαδάκης, Χρήστος Χαρίδημος, Παναγιώτης Μιχόπουλος, Γιάννης Παπούλιας, Σπύρος Κούζαρος, Βασίλης Αγαπητός, Ντίνος Θεοδωρόπουλος, Βασίλαρος, Γιάννης Πρεβεζάνος, Λευτέρης Κελαρινόπουλος, Μήτσος Μανωλόπουλος και πολλοί άλλοι που εμπλούτισαν τον ελληνικό Καραγκιόζη με έργα και  φιγούρες.

Εκείνη την περίοδο και μέχρι το 1940, η τέχνη του Καραγκιόζη ήκμασε πολύ σε όλο τον ελληνικό χώρο. Η γερμανική κατοχή κατόπιν, προκάλεσε την πρώτη κρίση του θεατρικού αυτού είδους, αλλά, παρόλα αυτά δεν χάθηκε χάρη στον αγώνα των δημιουργών του.

Με την εισβολή του έγχρωμου κινηματογράφου, ο Καραγκιόζης και η τέχνη του έτεινε να εκλείψει, ωστόσο, η επίπονη και επίμονη προσπάθεια του αξιόλογου καλλιτέχνη Ευγένιου Σπαθάρη ξαναζωντάνεψε το λαϊκό μας ήρωα.

Σήμερα, η θεατρική αυτή παράδοση συνεχίζεται με ενδιαφέρον από διάφορους παίκτες σε όλη την Ελλάδα και οι θεατές εξακολουθούν να τη δέχονται με μεγάλη αγάπη και απέραντη νοσταλγία. Πρόκειται για μια κληρονομιά πολύτιμη που δεν πρέπει να χαθεί  και αξίζει, γιατί  ο ήρωάς της είναι ο καθρέφτης της γνήσιας ελληνικής ψυχής.

Η Δημιουργία του Καραγκιόζη

Η  γέννηση του πασίγνωστου λαϊκού μας ήρωα του ελληνικού θεάτρου σκιών , του αγαπημένου μας Καραγκιόζη, δεν είναι απόλυτα εξακριβωμένη και έχουν διατυπωθεί πολλές απόψεις πάνω στο θέμα αυτό. Η ιστορία της δημιουργίας του, βασίζεται σε προφορικές παραδόσεις από τις οποίες η πιο διαδεδομένη αναφέρεται στο γνωστό θρύλο του Καραγκιόζη και του Χατζηαβάτη που ζούσαν στην Προύσα. «Ο Χατζηαβάτης, ήταν εργολάβος οικοδομών και είχε αναλάβει να χτίσει το σαράι του πασά της Προύσας. Πήρε στο γιαπί εργάτες και αρχιμάστορα έβαλε τον Καραγκιόζη που ήταν μαραγκός, μα είχε μυαλό πρωτομάστορα. Ο πασάς είδε ότι το σαράι  αργούσε να τελειώσει  κι φοβέρισε τον Χατζηαβάτη πως θα τον θανατώσει. Ο Χατζηαβάτης φοβήθηκε και φανέρωσε στον πασά ότι φταίχτης ήταν ο Καραγκιόζης που έλεγε αστεία στους μαστόρους και γελούσαν. Ο πασάς φοβέρισε και τον Καραγκιόζη αλλά εκείνος εξακολούθησε να αστειεύεται. Έτσι, ο πασάς τον θανάτωσε. Όλοι αγανάχτησαν με τον άδικο σκοτωμό του Καραγκιόζη κι ο πασάς για να ημερέψει το λαό έχτισε ένα ωραίο μνημείο στην Προύσα κι έθαψε εκεί τον Καραγκιόζη με μεγάλες τιμές. Η αδικία όμως αυτή κόστισε πολύ στον πασά κι αρρώστησε βαριά. Οι άλλοι αγάδες, για να διασκεδάσουν τον πασά έφεραν τον Χατζηαβάτη στο σαράι  να του λέει τα χωρατά του Καραγκιόζη. Μια μέρα, ο Χατζηαβάτης έκοψε έναν χάρτινο Καραγκιόζη, τέντωσε ένα πανί που το φώτισε κι έδωσε παράσταση Καραγκιόζη. Ο πασάς ευχαριστήθηκε τόσο, που του έδωσε άδεια να  παίζει παραστάσεις όπου θέλει.  Λέγεται, λοιπόν, πως έτσι δημιουργήθηκε ο Καραγκιόζης» (Σωτήρης Σπαθάρης – Απομνημονεύματα).

Υπάρχει όμως και ακόμα ένας θρύλος για τον Καραγκιόζη που αναφέρεται στην ιστορία ενός Έλληνα από την Ύδρα, του Γ. Μαυρομάτη και τοποθετείται χρονολογικά περίπου τον 18ο αιώνα. Ο Μαυρομάτης, λέγεται ότι ήλθε στην Τουρκία από την Κίνα με το θέατρο σκιών του. Αποφασίζοντας να εγκατασταθεί πλέον μόνιμα στην Πόλη, προσάρμοσε τόσο τη ζωή του όσο και το θέατρό του στα ήθη των τούρκων. Έτσι, ονόμασε τον πρωταγωνιστή του Καρά-γκιόζ, προέκταση στα ελληνικά Καραγκιόζης, που στα τούρκικα σημαίνει μαυρομάτης. Ο Μαυρομάτης πέθανε στην Τουρκία και πληροφορίες αναφέρουν ότι είχε βοηθό του τον Γιάννη Μπράχαλη, τον πρώτο καλλιτέχνη του είδους που έφερε τον Καραγκιόζη στην Ελλάδα.

Οι πρώτες ιστορικά βεβαιωμένες πληροφορίες για το θέατρο του Καραγκιόζη, εντοπίζονται στα μέσα του 17ου αιώνα και μας τον παρουσιάζουν να εκφράζει εικόνες από την ζωή των Τούρκων.  Πολλοί  υποστήριξαν ότι ο Καραγκιόζης μας ήταν τούρκικο θέατρο, όμως, όποιος γνωρίζει τον πνευματικό χαρακτήρα των λαών που ζούσαν μέσα στην τουρκική αυτοκρατορία, δύσκολο να φαντασθεί Τούρκο, ή Εβραίο ή Αρμένη για δημιουργό του Καραγκιόζη και μάλιστα εμπνευσμένο από τη ζωή δυο Ελλήνων: του Χατζηαβάτη και του Μαυρομάτη. Απλώς, η εντύπωση δημιουργήθηκε γιατί, μετά την εμφάνιση του Καραγκιόζη, η τούρκικη κυριαρχία απλώθηκε σε όλες τις χώρες της Βυζαντινής αυτοκρατορίας και επόμενο ήταν το θέατρο σκιών να πάρει μορφή και έκφραση σύμφωνα με τις νέες κοινωνικές συνθήκες, δηλαδή, οθωμανική. Ήταν, επομένως, λογικό, οι ακόλουθοι τέσσερεις σχεδόν αιώνες της τουρκοκρατίας να έχουν σαν αποτέλεσμα να ξεχασθεί τόσο πολύ η ελληνικότητά του, ώστε οι περισσότεροι ερευνητές να χαρακτηρίζουν τον Καραγκιόζη σαν τούρκικο θέατρο σκιών.  Παρουσίαζε την τούρκικη ζωή ο Καραγκιόζης επειδή μέσα στην τουρκοκρατία διαμορφώθηκε και προς τους Τούρκους κυρίως απευθυνόταν. Ήταν ανάγκη, επομένως, να καλυφθεί με τούρκικο όνομα ο κεντρικός του ήρωας, γιατί διαφορετικά ήταν αδύνατον να ελέγχει τα φαινόμενα και τους τύπους της τούρκικης κοινωνικής ζωής. Ασφαλώς, υπήρχαν και τούρκοι καραγκιοζοπαίκτες, αλλά για την δημιουργία του Καραγκιόζη, κανείς άλλος από τον πνευματώδη Έλληνα, που η ψυχή του και το πνεύμα του μπορούσε να αντιδράσει στην δουλεία μέσω του πόνου του αμανέ, του σαρκαστικού αστείου, της κοινωνικής σάτιρας, δεν έχει σε τέτοιο βαθμό το δαιμόνιο της πνευματικής δημιουργίας.

Το θέατρο του Καραγκιόζη είναι ένα θέατρο στατικό όπου η δράση βγαίνει απ’το αίσθημα και όχι από τη νευρική κίνηση. Η αγνότης του Καραγκιόζη … είναι η αγνότης του ανθρώπου που δεν έχει πια ανάγκη να λέει ψέματα… Στον Καραγκιόζη συλλαμβάνει κανείς τον Ελληνα επ’αυτοφώρω να πιστεύει σταθερά και με υπερβολή κάποιες ιδέες που ήταν πάντα δικές του”.

Γιάννης Τσαρούχης
(ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΤΕΧΝΗΣ, ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ – ΜΑΡΤΙΟΣ 1959).